 
                    «Είναι μια μάχη. Ξέρουμε ότι δεν είναι εύκολη. Ένας πόλεμος που πρέπει να κερδηθεί. Έχουμε κερδίσει αρκετές μάχες, έχουμε χάσει και κάποιες, αλλά νομίζω ότι αποτελεί πια μονόδρομο αν θέλουμε πραγματικά η νέα γενιά να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον… Νομίζω ότι δεν μπορούμε πια να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και είναι τώρα μια ευκαιρία οριστικά και αμετάκλητα να τελειώνουμε με φαινόμενα τα οποία ταλάνισαν το δημόσιο πανεπιστήμιο καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης».
Η παραπάνω τοποθέτηση του Μητσοτάκη τον περασμένο Ιούνιο δεν αποτελούσε μόνο μια προετοιμασία για τον νόμο Ζαχαράκη, που κατατέθηκε και ψηφίστηκε στα τέλη του Ιουλίου. Αποτελούσε μια παραδοχή του βάθους της επίθεσης που το σύστημα έχει εξαπολύσει συνολικά στη νεολαία. Η σημερινή κυβέρνηση -αλλά και συνολικά το σύστημα- βλέπει ότι οι ασφυκτικές συνθήκες που γεννά η αντιλαϊκή πολιτική της, η παντελής έλλειψη οποιουδήποτε αφηγήματος ή προοπτικής αλλά και ο «ανήσυχος» χαρακτήρας της νέας γενιάς έχουν δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση.
Η οργή που εξέφρασε μαζικά και δυναμικά η νεολαία στις κινητοποιήσεις των Τεμπών την περασμένη χρονιά φανερώνει το ρήγμα που έχει επέλθει στη συνείδησή της, ενώ το γεγονός ότι αναζήτησε ακόμα μια φορά την παρουσία της στον δρόμο με αφορμή την απεργία πείνας του Πάνου Ρούτσι δείχνει ότι εξακολουθεί να αναζητεί πεδία έκφρασης και διεξόδου. Οι εικόνες οργισμένων νέων να κατακλύζουν τους δρόμους από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις μέχρι τις παραγκουπόλεις δεν είναι «ξένες» ή «μακρινές», αλλά έρχονται από το μέλλον. Από το μέλλον μιας γενιάς που βλέπει μπροστά της το ενδεχόμενο του πολέμου και της φτώχειας όχι απλά να της έρχεται, αλλά μάλιστα να πλασάρεται και ως «καλύτερο μέλλον».
Τα παραπάνω προβληματίζουν το σύστημα, που βλέπει ότι δεν έχει πλέον καμία «πρόταση» στην «ατίθαση Γενιά Ζ», που δεν συμμορφώνεται εύκολα με τις εργασιακές σχέσεις που της πλασάρουν, που δεν παίρνει με προθυμία το όπλο στο χέρι να σφαχτεί, που βγαίνει στον δρόμο να δείξει αλληλεγγύη στον Παλαιστινιακό λαό, ενώ ταυτόχρονα συγκινείται από τα ξεσπάσματα που παρακολουθεί στα κοινωνικά δίκτυα.
Η προώθηση της τρομοκρατίας, της καταστολής και της φασιστικοποίησης αποτελεί μονόδρομο για ένα σύστημα που βρίσκεται σε σήψη. Έτσι λοιπόν, όπως μας ενημέρωσε και ο πρωθυπουργός, είμαστε μπροστά σε μια «μάχη». Μια μάχη που για το σύστημα έχει διάφορες πλευρές. Μια από αυτές είναι η δημιουργία ενός αντιδραστικού κλίματος μέσα και έξω από την εκπαίδευση, έτσι ώστε η νεολαία να μάθει από νωρίς ότι όποιο κεφάλι σηκώνεται θα «κόβεται». Άλλωστε, οι διώξεις των εκπαιδευτικών αλλά και το περσινό ρεσιτάλ τρομοκρατίας και αποβολών σε μαθητές δείχνουν την έγνοια του συστήματος να αρχίσει από νωρίς τα «μαθήματα ζωής». Ταυτόχρονα, όμως, το σύστημα προσπαθεί στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο να «κεφαλαιοποιήσει» όσα περισσότερα μπορεί, με βάση τον αρνητικό ταξικό συσχετισμό που έχει διαμορφωθεί από την ήττα του επαναστατικού-κομμουνιστικού-εργατικού κινήματος. Οι προσπάθειες της «ιστορικής ρεβάνς» δεν αποτυπώνονται μόνο στην προσπάθεια μεγαλώματος της ψαλίδας μεταξύ των δυνάμεων του κεφαλαίου και της εργασίας. Το πάρσιμο μιας σειράς δικαιωμάτων όπως συντάξεις, περίθαλψη, μισθοί κτλ. δεν έχει άλλωστε μόνο «οικονομικό» χαρακτήρα στο πλαίσιο της μεγιστοποίησης των κερδών. Εμπεριέχει και την πλευρά της ιδεολογικοπολιτικής επίθεσης, που θέλει να περάσει όχι μόνο τα ιδεολογήματα του καπιταλιστικού μονόδρομου, αλλά και να διαμορφώσει τους όρους πλήρους αφοπλισμού των δυνάμεων που αντιπαλεύουν το σύστημα της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης.
Οι συνεχείς αναφορές στα «στραβά της μεταπολίτευσης» δεν αποτελούν απλώς εκφράσεις διάφορων αστικών στελεχών για τα «όρια» που βάζει η αστική δημοκρατία και την «τάξη» που υπήρχε από τον Μεταξά μέχρι τη Χούντα. Φανερώνουν τις επιδιώξεις να ξεδοντιάσουν/αφοπλίσουν όλα τα εργαλεία πάλης και οργάνωσης που έδωσαν στον λαό και στη νεολαία αυτής της χώρας πραγματική διέξοδο και ελπίδα. Έτσι, η αναφορά του Μητσοτάκη στα «φαινόμενα που μας ταλάνισαν στη μεταπολίτευση» όσον αφορά τα πανεπιστήμια είναι ειλικρινής. Οι Φοιτητικοί Σύλλογοι, οι Γενικές Συνελεύσεις και συνολικά το Φοιτητικό Κίνημα αποτελούσαν υπολογίσιμη δύναμη αντίστασης ενάντια στην επίθεση και κατάφεραν ιστορικά να πετύχουν μια σειρά από νίκες. Ταυτόχρονα, όμως, κατάφεραν στο πλάι του λαού -με κορυφαία στιγμή την εξέγερση του Πολυτεχνείου- να εδραιώσουν τα Πανεπιστήμια ως χώρους ευρύτερης ώσμωσης και πολιτικοποίησης.
Το σύστημα, λοιπόν, βλέπει μια «ιστορική μάχη» μπροστά του, έτσι ώστε όχι μόνο να προχωρήσει τη χρόνια και συνεχή επιδίωξη για μια εκπαίδευση λίγων και εκλεκτών μέσω των διαγραφών, αλλά ταυτόχρονα να πετύχει και μια νίκη ενάντια στον πυρήνα της οργάνωσης του φοιτητικού κινήματος. Δεν είναι τυχαίο ότι ο νόμος Ζαχαράκη του καλοκαιριού δεν έρχεται απλώς να «συμπληρώσει» τον νόμο Κεραμέως, αλλά να κάνει αποφασιστικά βήματα, με την προώθηση των Πειθαρχικών Συμβουλίων και των μέτρων «ασφαλείας» (καταστολής). Άλλωστε, από τις πρώτες τοποθετήσεις που αφορούσαν την απάντηση στην «ανομία» ήταν η διαγραφή των «ταραχοποιών» στοιχείων. Ήδη προετοιμαζόταν το κλίμα για τα γεγονότα που εξελίσσονται τις τελευταίες εβδομάδες.
Όπως περιεγράφηκε και στο προηγούμενο φύλλο (φ. 994) της Προλεταριακής Σημαίας, το «σπάσιμο» της κατάληψης που προέκυψε από τη Γενική Συνέλευση του Συλλόγου Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ και οι συλλήψεις 15 φοιτητών που βρισκόντουσαν εκείνη την ώρα στον χώρο αποτελούν μια πρώτη «γεύση» για την αποφασιστικότητα με την οποία θα κινηθεί η κυβέρνηση και το σύστημα για την εφαρμογή των νόμων Κεραμέως-Ζαχαράκη. Από την μια, το προχώρημα των μέσων καταστολής (κάμερες, τουρνικέ, έλεγχος πάσο κτλ.) δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ανορθογραφίες όπως καταλήψεις ή κινητοποιήσεις. Άλλωστε, σύμφωνα και με τη νέα εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας (13/10/2025) η «παρεμπόδιση της εύρυθμης λειτουργίας του ιδρύματος», η «χρήση των εγκαταστάσεων χωρίς άδεια ή για σκοπούς αντίθετους με την αποστολή του Α.Ε.Ι.», η «ρύπανση ή ηχορύπανση» αλλά και η «διάπραξη πλημμελημάτων» αποτελούν παραπτώματα που μπορούν να οδηγήσουν στην οριστική διαγραφή!
Ήδη τα πειθαρχικά συμβούλια με βάση τον νέο νόμο έχουν αρχίσει να συγκροτούνται, ενώ εκκρεμεί η απόφαση για την οριστική διαγραφή των δύο φοιτητών του ΕΚΠΑ που κατηγορούνται για συμμετοχή στα γεγονότα της Νομικής τον περασμένο Μάη. Ήδη 2 από τους 15 συλληφθέντες έχουν καλεστεί από τις σχολές τους (Χημικοί Μηχανικοί ΕΜΠ και Μηχανολόγοι Μηχανικοί ΕΜΠ) από τους Κοσμήτορες των σχολών για πειθαρχική διερεύνηση!
Ταυτόχρονα, το «παραμύθι» για τις μεταβατικές διατάξεις περί διαγραφών συνεχίζεται, με το Τμήμα Τούρκικων Σπουδών να ανακοινώνει ότι με βάση τον νέο νόμο μέχρι τις 25 Νοεμβρίου 400 φοιτητές είναι προς διαγραφή, ενώ μόλις 16 (4%) δικαιούνται να κάνουν αίτηση για παράταση 2 εξαμήνων! Κομμάτια της ρεφορμιστικής αριστεράς πανηγύριζαν για τη μεγάλη αυτή νίκη το καλοκαίρι, ζητώντας μάλιστα ακόμα περισσότερες εξεταστικές, για να μπορέσουν οι φοιτητές να τελειώσουν στην ώρα τους.
Βρισκόμαστε μπροστά σε πολύ σοβαρές εξελίξεις. Οι χρόνιοι πόθοι του συστήματος για την εκπαίδευση συναντιούνται με τη συνολική στροφή και ένταση προς τη φασιστικοποίηση και την καταστολή. Το σύστημα θέλει μια νεολαία με σκυμμένο το κεφάλι, ανήμπορη να αντιδράσει. Να δεχτεί τον πόλεμο και την εκμετάλλευση. Η εκκένωση της κατάληψης στην Αρχιτεκτονική είναι ένα πρώτο δείγμα για το τι ετοιμάζουν. Η απάντηση στα παραπάνω δεν μπορεί να δοθεί ούτε με «κόλπα», ούτε με συμμαχίες με «καλούς» Πρυτάνεις, ούτε με αυταπάτες για κυβερνητικές αλλαγές που θα φέρουν φραγμό στην επίθεση. Η ανασυγκρότηση των Φοιτητικών Συλλόγων σε μια γραμμή οργάνωσης και πάλης μπορεί να αποτελέσει το μοναδικό όπλο στη «μάχη» που ετοιμάζει το σύστημα.