Στις 10 Σεπτέμβρη, με τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προσφορών (με ποιο τίμημα;) του σχετικού διεθνούς διαγωνισμού, ανακοινώθηκε η συμμετοχή μιας επί τούτου συσταθείσας κοινοπραξίας, αυτής της αμερικανικής πολυεθνικής Chevron και της ντόπιας Helleniq Energy, με ποσοστά 70%-30% αντίστοιχα. Η ελληνική κυβέρνηση, σε πανηγυρικούς τόνους, έσπευσε να χαιρετίσει το γεγονός, χαρακτηρίζοντάς το ως «έμπρακτη απόδειξη της στρατηγικής εταιρικής σχέσης ΗΠΑ-Ελλάδας, κίνηση κατοχύρωσης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και de facto αναβάθμιση της χώρας μας στην νοτιοανατολική Μεσόγειο». Μια μέρα μετά, κατέφθασε στην Αθήνα ο υπουργός Εσωτερικών των ΗΠΑ αρμόδιος για θέματα ενέργειας, Νταγκ Μπέργκαμ, που έγινε δεκτός σαν στο σπίτι του από τον Μητσοτάκη.
Μέρες πριν είχε… «διαρρεύσει» το αποτέλεσμα του διαγωνισμού (που μάλιστα πραγματοποιήθηκε μετά την προηγούμενη «εκδήλωση ενδιαφέροντος» της αμερικανικής εταιρείας)! Η κυβέρνηση της ΝΔ και σύσσωμος ο αστικός πολιτικός κόσμος χαιρέτισαν το γεγονός, με το ΠΑΣΟΚ, μάλιστα, να καυχιέται ότι «έβαλε τα θεμέλια», επί υπουργίας Μανιάτη, για την εξέλιξη αυτή. Όλοι μαζί, πλέον, περιμένουν τη… ροή φυσικού αερίου, ίσως και πετρελαίου, σε τουλάχιστον πέντε με επτά χρόνια από σήμερα. Ταυτόχρονα, ποντάροντας στον αμερικανικό παράγοντα, ευελπιστούν να στριμώξουν στο σχετικά άμεσο χρονικό διάστημα, ποιον άλλον, την τουρκική άρχουσα τάξη που όλοι περιμένουν ότι θα αντιδράσει.
Όσον αφορά την ύπαρξη ή μη εκμεταλλεύσιμων υδρογονανθράκων στη συγκεκριμένη περιοχή νοτιοανατολικά της Κρήτης, παραμένει ερωτηματικό αν όντως υπάρχουν. Ακόμη κι αν δεχτούμε προοπτικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, το πιθανότερο είναι να αποτελέσει πηγή νέων βασάνων για το λαό μας και τους γειτονικούς λαούς, στο βαθμό που η χώρα μας παραμένει βαθειά εξαρτημένη (και) από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Άλλωστε, σε κάθε εξαρτημένη χώρα η εξόρυξη υδρογονανθράκων τη μετατρέπει αυτόματα σε θέατρο άγριας λεηλασίας και πεδίο σφοδρού ανταγωνισμού αντιτιθέμενων συμφερόντων. Μόνο να δούμε τους πολέμους που προκλήθηκαν και το βιοτικό επίπεδο των λαών χωρών που εξορύσσουν υδρογονάνθρακες, φτάνει.
Ωστόσο, αυτό που «παίζεται» την τρέχουσα συγκυρία είναι το κέρδισμα πόντων της ντόπιας ολιγαρχίας του πλούτου έναντι της τουρκικής. Η εκτίμηση ότι η παρουσία της Chevron θα αποτελέσει αποτρεπτικό παράγοντα για την υλοποίηση του Τουρκολιβυκού Συμφώνου, μέρος του οποίου επικαλύπτει την ελληνική χωροθέτηση, θεωρείται από την ελληνική πλευρά βάσιμη. Μάλιστα, γίνεται λόγος για «ράπισμα στην γαλάζια πατρίδα του Ερντογάν». Παράλληλα, υπενθυμίζονται οι made in USA τριμερείς με Κύπρο, Ισραήλ και Αίγυπτο ως επιπλέον κινήσεις «απομόνωσης» της Άγκυρας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Τα δεδομένα, πάντως, που υπάρχουν μόνο ως απομόνωση της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή δεν μπορούν να εκλαμβάνονται. Άλλωστε, προκαλούν κατά καιρούς την εκδήλωση τριγμών και στο αστικό πολιτικό σύστημα της χώρας μας.
Σε μια παράλληλη προσπάθεια και με «προίκα» την προσφορά της Chevron, επιχειρείται από ελληνικής πλευράς η «αναθέρμανση» των σχέσεων τόσο με την κυβέρνηση της Τρίπολης στη Λιβύη όσο και με το δεύτερο κέντρο εξουσίας στη Βεγγάζη. Αυτό που τους «ενώνει» είναι, φυσικά, η παρουσία της αμερικανικής πολυεθνικής που προεξοφλείται, μετά τα ελληνικής οριοθέτησης οικόπεδα νότια της Κρήτης, και στα ανάλογα λιβυκής βόρεια της Λιβύης. Στις αρχές Σεπτέμβρη, όμως, η Ελλάδα κατέθεσε ρηματική διακοίνωση στον ΟΗΕ κατά της Λιβύης και του Τουρκολιβυκού Συμφώνου, απορρίπτοντας τη λιβυκή οριοθέτηση. Σε αυτήν, εν κατακλείδι, καλείται η Τρίπολη να διαπραγματευτεί με την Αθήνα τις εφαπτόμενες θαλάσσιες ζώνες, σύμφωνα με το πρότυπο της σχετικής Ελληνοαιγυπτιακής και Ελληνοϊταλικής Συμφωνίας. Δεν ήταν και ο καλύτερος τρόπος υποδοχής του λίβυου ΥΠΕΞ στη συνάντηση με τον έλληνα ομόλογό του στην Αθήνα στις 17/9.
Πέρα από τις τυμπανοκρουσίες των ελληνικών αστικών ΜΜΕ, πάντως, αξίζει να δει κανείς τις δηλώσεις τόσο του έλληνα πρωθυπουργού όσο και του αμερικανού υπουργού Εσωτερικών μετά το πέρας της συνάντησής τους. Στο διπλωματικά «παράδοξο» ένας πρωθυπουργός και όχι ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός να δέχεται έναν υπουργό, εκφράστηκαν όλες οι αστικές μωροφιλοδοξίες για τη χώρα μας, που τη θέλουν πολυεπίπεδο «κόμβο» στην ευρύτερη περιοχή, «εξαγωγέα ενέργειας» και «πάροχο ενεργειακής ασφάλειας»! Έτσι λέγεται στις μέρες μας ο διακομιστής-μεταπράτης προϊόντων και υπηρεσιών, έτσι ονομάζεται η ιμπεριαλιστική εξάρτηση και η αμερικανοδουλία στην εποχή μας. Με τη θεωρούμενη στήριξη στις πλάτες των ΗΠΑ λέγονται οι πιο απίθανες εκφράσεις! Ο Μητσοτάκης, μάλιστα, δεν παρέλειψε να «πετάξει σπόντες» και για τις διάφορες… ζεύξεις (βλέπε καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ιταλίας-Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ) στις οποίες ευελπιστεί η Αθήνα.
Η επίσκεψη Μπέργκαμ, ωστόσο, αφορούσε βασικά τη χρησιμότητα της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης για τους ενεργειακούς γεωπολιτικούς σχεδιασμούς του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Συνδυάστηκε με τον ανατολικό κάθετο άξονα μεταφοράς αμερικανικού LNG, μέσω Ελλάδας, στις χώρες ολόκληρης της ανατολικής Ευρώπης ώς την Ουκρανία. Με την «οριστική και τελεσίδικη απεξάρτηση» της Ευρώπης από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες. Η μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (και πετρελαίου, βέβαια) είναι τομέας στον οποίο δραστηριοποιείται έντονα το εφοπλιστικό κεφάλαιο ελληνικής καταγωγής. Γι’ αυτό έταξε νέες μπίζνες στους πάντα πρόθυμους, με το αζημίωτο, εφοπλιστές. Απέφυγε, πάντως, οποιαδήποτε αναφορά στο περιβόητο καλώδιο, εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό την πολιτική των ΗΠΑ που τουλάχιστον δεν δείχνουν να επείγονται. Εν αντιθέσει με τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές που πιέζουν για την επίσπευση του έργου.
Όπως και να ερμηνεύεται από την Αθήνα η κατάθεση προσφοράς από τη Chevron, δεν αποτελεί δημιουργία τετελεσμένων απέναντι στην Άγκυρα. Πολύ περισσότερο που, όπως γράφεται, επίκειται ανάλογη κατάθεση προσφοράς και προς τη Λιβύη και, εμμέσως, αναγνώριση ρόλου και στην Τουρκία. Οι αμερικανοί εκμεταλλευτές και φονιάδες θέλουν, σε κάθε περίπτωση, να έχουν τον πρώτο λόγο. Γι’ αυτό και δημιουργούν συνθήκες «μια κρύο και μια ζέστη» στους υποτακτικούς τους. Όλοι οι αστοί αναλυτές προεξοφλούν κίνηση της Άγκυρας που, χωρίς να έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, θα παρέμβει στις εξελίξεις. Ορισμένοι, μάλιστα, κάνουν λόγο για «άλλα» πεδία αντιπαράθεσης, όπως το καλώδιο, το Αιγαίο ή την Κύπρο, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου ακόμη και για δημιουργία έντασης μέσω ενός θερμού επεισοδίου.
Μπορεί η έλευση μιας αμερικανικής πολυεθνικής να υποδηλώνει τη στήριξη του ιμπεριαλιστικού κράτους των ΗΠΑ στις κινήσεις της. Σε καμία περίπτωση, ωστόσο, δεν αποτελεί «κατοχύρωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων» καμιάς χώρας, εν προκειμένω της Ελλάδας. Και γιατί οι ιμπεριαλιστές ενδιαφέρονται αποκλειστικά για τα δικά τους «κυριαρχικά δικαιώματα» σε μια περιοχή και διότι «αναβαθμίσεις» και «υποβαθμίσεις» εναλλάσσονται, με στόχο τον πρώτο και τελευταίο λόγο να έχει πάντα ο… «αξιολογητής». Πάει πολύ, ωστόσο, αυτές οι κινήσεις υποτέλειας να παρουσιάζονται ως «εγγύηση της κυριαρχίας μιας χώρας» από αυτούς που έχουν καταλύσει κάθε έννοια κυριαρχίας της!