Όσο εντείνονται οι μαξιμαλισμοί και τυχοδιωκτισμοί κι από τις δύο πλευρές του Αιγαίου τόσο πιο επικίνδυνα γίνονται τα πράγματα για τους γείτονες λαούς, Ελλάδας και Τουρκίας. Το τελευταίο διάστημα είχαμε σωρεία κινήσεων που ανεβάζουν επικίνδυνα το θερμόμετρο. Ήδη, όλοι οι αναλυτές προεξοφλούν «θερμό Σεπτέμβρη-φθινόπωρο», παρά το γεγονός ότι ενδεχόμενα να συναντηθούν Μητσοτάκης-Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στο τέλος του μήνα.
Την ανακοίνωση του χάρτη των ελληνικών θαλάσσιων πάρκων ακολούθησε η αντίστοιχη της Τουρκίας σε δύο περιοχές, αυτήν του Βόρειου Αιγαίου, δυτικά της Ίμβρου και της Τενέδου μεταξύ Λήμνου και Σαμοθράκης, και εκείνη στο Νότιο Αιγαίο, βορειοανατολικά της Ρόδου, που παραβλέπει το Καστελόριζο. Ο «πόλεμος χαρτών» συνεχίζεται παράλληλα με τον «αλιευτικό πόλεμο» που διεξάγεται στο Αιγαίο και τις αυξημένες προσφυγικές-μεταναστευτικές ροές (τόσο από την Τουρκία όσο και απ’ τη Λιβύη) των τελευταίων εβδομάδων. Στο τραπέζι, απ’ ό,τι φαίνεται, ρίχνονται όλα τα «χαρτιά»…
Τους λεονταρισμούς του Έλληνα ΥΠΕΞ περί «υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας στο πεδίο» ακολούθησαν οι ανάλογοι από τον τούρκο ομόλογό του ότι «σε μια αντιπαράθεση με την Τουρκία η Ελλάδα θα χάσει γεωστρατηγικά»! Ανάλογες προειδοποιήσεις έστειλε και ο τούρκος πρόεδρος. Στο μυαλό όλων φαίνεται να είναι οι έρευνες για υδρογονάνθρακες νοτίως της Κρήτης αλλά και βορείως της Λιβύης (τόσο από ελληνικής όσο και από λιβυκής πλευράς) από τη Chevron και την ExxonMobil που θεωρούνται κι από τις δύο πλευρές και την «παρεμβαίνουσα» Τουρκία ως σημαντική «ψήφος εμπιστοσύνης» από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό στη διευθέτηση όλης της περιοχής. Είναι προφανές ότι ο καβγάς των δύο εξαρτημένων αστικών τάξεων γίνεται για το… μπαξίσι, αν και εφόσον υπάρξει πετρέλαιο ή (και) φυσικό αέριο, βέβαια.
Ταυτόχρονα, επανέρχεται το θέμα του περιβόητου καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ιταλίας-Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ που είχε παγώσει μετά το επεισόδιο της Κάσου, με την ελληνική πλευρά να δηλώνει ότι «το έργο θα συνεχιστεί». Ο κύπριος υπουργός Οικονομικών διατύπωσε δημόσια, ωστόσο, την άποψη ότι το συγκεκριμένο έργο, που «γίνεται» υποτίθεται για να ικανοποιήσει την Κύπρο, κρίνεται ως «μη βιώσιμο» από πλευράς της! Ακόμη, ο κύπριος Πρόεδρος ζητά την «ικανοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει ο φορέας υλοποίησης τους έργου» – ο ελληνικός ΑΔΜΗΕ – για να καθορίσει την οριστική στάση της χώρας του! Με έναν ανάλογο τρόπο (αποστολή πολεμικών πλοίων) η Άγκυρα εμπόδισε, όπως μάθαμε, και την πόντιση καλωδίου οπτικής ίνας για λογαριασμό της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην ουσία, η τουρκική πλευρά επιδιώκει την αναγνώριση της δικαιοδοσίας της σε αυτές τις θαλάσσιες ζώνες και όχι την απαγόρευση των ανάλογων ενεργειών, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον.
Βαρύνουσας σημασίας, ωστόσο, υπήρξαν δύο τυπικά διπλωματικές κινήσεις, μια από πλευράς Λιβύης και η άλλη από μεριάς Αιγύπτου. Και οι δύο αποτέλεσαν ένα ηχηρό ράπισμα στην πολιτική της άρχουσας τάξης και της κυβέρνησης της ΝΔ. Οι σχέσεις που φέρονταν να έχουν συσφίξει με την Τρίπολη (λιγότερο) και το Κάιρο (περισσότερο) έδωσαν τη θέση τους σε ευθείες αμφισβητήσεις των ελληνικών θαλάσσιων σχεδιασμών, ακόμη κι όταν αυτοί τυπικά ακολουθούν τη λεγόμενη «μέση γραμμή».
Η ρηματική διακοίνωση της κυβέρνησης της Τρίπολης προς τη χώρα μας ήρθε να υπενθυμίσει το ρόλο του Τουρκολυβικού Συμφώνου που από ελληνικής πλευράς θεωρείται «παράνομο και ανυπόστατο». Παράλληλα, επίκειται, απ’ ό,τι όλα δείχνουν, η επικύρωσή του και από το κοινοβούλιο της Ανατολικής Λιβύης και το επίσημο τέλος του «μήνα του μέλιτος» της Αθήνας με τον στρατάρχη Χαφτάρ, ύστερα κι από την προσέγγισή του με τον αμερικανικό παράγοντα. Αν κάτι τέτοιο συμβεί, θα πρόκειται για μια σοβαρή ήττα της πολιτικής της ντόπιας ολιγαρχίας του πλούτου (που ενδεχόμενα, σε συνδυασμό και με τη στάση της Αιγύπτου, να έχει επιπτώσεις και στο ελλαδικό πολιτικό σκηνικό), αφού θα δει την «όλη» Λιβύη να υπερασπίζεται το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο.
Η επόμενη ρηματική διακοίνωση προς τη χώρα μας ήρθε από την κυβέρνηση της Αιγύπτου, που δεν αποδέχεται τα θαλάσσια σύνορα όπως τα χαρτογραφεί η ελληνική πλευρά και ουσιαστικά ακυρώνει de facto ακόμη και αυτήν τη μερική οριοθέτηση ΑΟΖ που είχε συμφωνηθεί μεταξύ των δύο χωρών στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν. Πρόκειται για ένα νέο χτύπημα στην ελληνική εξωτερική πολιτική, που έρχεται να προστεθεί στην πανθομολογούμενη αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή. Ήδη οι πιέσεις προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι εμφανείς, τόσο από τα δεξιά της ΝΔ όσο και από την υπόλοιπη αστική αντιπολίτευση, μη εξαιρουμένου του ΚΚΕ που έχει προ πολλού υιοθετήσει το υπονομευτικό για το λαϊκό κίνημα αστικό αφήγημα περί «επιτιθέμενης Τουρκίας και αμυνόμενης Ελλάδας».
Στο περιθώριο που αφήνουν οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές, η τουρκική παρέμβαση φαίνεται να κερδίζει πόντους έναντι της ελληνικής. Η πολιτική του «καλού παιδιού» (Ελλάδα) έναντι του «άτακτου» (Τουρκία) δείχνει τα όριά της. Αυξάνονται οι φωνές και εντός της κυβέρνησης για «πιο σκληρή» αντιμετώπιση της γείτονος. Αυτό από μόνο του εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τους δύο λαούς. Οι συμφωνίες, ασφαλώς, της Τουρκίας με την Αίγυπτο και το κέντρο Χαφτάρ και το προσκήνιο και παρασκήνιο που αποκαλύφθηκε δίνουν την εικόνα μιας δυναμικής-εξελισσόμενης κατάστασης. Σε αυτόν τον αγώνα δρόμου οι ανταγωνιζόμενοι «παίκτες» μετέρχονται όλες τις δυνατότητες που διαθέτουν.
Όλοι κατανοούν, ωστόσο, ότι τον τόνο τον δίνουν οι ιμπεριαλιστικοί (κατά βάση αμερικανικοί) σχεδιασμοί στην περιοχή. Μια προσπάθεια συνολικής αμερικανικής διευθέτησης για την οποία κάνει λόγο η αστική ειδησεογραφία είναι πιθανή μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα. Κινήσεις συμβατές με αυτές τις επιδιώξεις μπορούν να έχουν κάποια τύχη. Διαφορετικά, θα μείνουν ευσεβείς πόθοι για τις δύο ανταγωνιζόμενες άρχουσες τάξεις. Δεν είναι θέμα επιθυμιών. Είναι, κυρίως, θέμα δυνατοτήτων. Γι’ αυτό οι δύο αντιδραστικές άρχουσες τάξεις έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου με εξοπλιστικά προγράμματα πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και με μακρύ χρονικό ορίζοντα, πέραν από αυτά που προβλέπουν οι υποχρεώσεις τους ως μέλη του ΝΑΤΟ (αμφότερες) και της ΕΕ (η Ελλάδα).
Όλη αυτή η κατάσταση που διαμορφώνεται εντείνει το κλίμα σοβινισμού και εθνικισμού ένθεν κακείθεν του Αιγαίου. Οι τόνοι ανεβαίνουν για να στοιχίζονται οι λαοί πίσω από τις όποιες πολιτικές μανούβρες αποφασίζουν τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Έτσι μένει ανοιχτός και ο δρόμος σε μια αλληλοσφαγή, αφού η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ θα παραμένει εκκρεμής. Η επίκληση του «διεθνούς δικαίου» -ιδιαίτερα του δικαίου της θάλασσας- και της «νομιμότητας» έναντι ιδίως των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για το κέρδισμα της εύνοιάς τους γίνεται από την κάθε πλευρά με βάση τις δικές της «ερμηνείες», τους δικούς της μαξιμαλισμούς. Εξάλλου, καμία από αυτές τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν έχει κυρώσει τον σχετικό νόμο, ακριβώς για να μη δεσμεύονται σε τίποτα και πουθενά, να μπορούν, δηλαδή, να δρουν σύμφωνα με τα συμφέροντά τους, χωρίς κανένα όριο.
Σε έναν κόσμο που κλυδωνίζεται από ανταγωνισμούς και πολέμους, οι λαοί χρειάζεται να αρνηθούν τη στοίχιση στις άρχουσες τάξεις και τους ιμπεριαλιστές προστάτες τους, να παλέψουν για τα κοινά δίκια τους και την κοινή προοπτική τους.