«Όλα για το κεφάλαιο» θα ήταν ο τίτλος του νέου νομοσχεδίου που αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, αν η κυβέρνηση ήταν ειλικρινής. Αντ’ αυτού καταφεύγει σε μια σειρά ψέματα για να αποφύγει τις αντιδράσεις λαού και εργαζομένων, που ασφυκτιούν.
Γνωρίζει ότι η λαϊκή δυσαρέσκεια εντείνεται συνεχώς και, παρότι δεν αρκεί από μόνη της για να βάλει φραγμό στα σχέδιά της, έχει φανεί ότι μπορεί να τροφοδοτήσει πολύ μαζικούς αγώνες. Η κυβέρνηση, που καλείται να παρουσιάσει (αντιλαϊκό) έργο εντός και εκτός, ανησυχεί ιδιαίτερα για το ενδεχόμενο η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι να γίνουν η ραχοκοκαλιά των λαϊκών αγώνων, να βάλουν μπροστά τα εργατικά συμφέροντα και να εμποδίσουν κυβέρνηση και κυβερνητική πολιτική. Γι’ αυτό κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της ώστε να υπονομεύσει την πάλη των εργαζομένων ενάντια στο νέο νομοσχέδιο, βαφτίζοντας «προς το συμφέρον τους» τον νέο γύρο της αντεργατικής επίθεσης. Μπορεί η σαθρή της επιχειρηματολογία να περάσει γρήγορα στη λήθη όταν οι εργαζόμενοι δουν τις ακόμα χειρότερες συνθήκες που θα φέρει το νέο νομοσχέδιο αν γίνει νόμος, η κυβέρνηση όμως θα έχει κατοχυρώσει (για λογαριασμό συνολικά του συστήματος) αυτούς τους όρους. Αξίζει λοιπόν τον κόπο να βομβαρδίσει τον κόσμο της δουλειάς με χιλιάδες λέξεις σε άρθρα-καρμπόν και στημένες συνεντεύξεις, ακόμα κι αν μπορέσει να επιδράσει μόνο προσωρινά, αλλά και να τροφοδοτήσει τις υποταγμένες στην κυρίαρχη πολιτική συνδικαλιστικές ηγεσίες με άλλοθι για την απραξία τους.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Κεραμέως παρουσιάζει το νέο νομοσχέδιο σαν αίτημα των ίδιων των εργαζομένων, μιας και «πολλές από τις ρυθμίσεις του προτάθηκαν από εργαζόμενους και επιχειρήσεις». Γενικότερα, προσπαθεί να πείσει ότι «ο εργαζόμενος είναι αυτός που θα καθορίζει το πώς και πόσο θα δουλεύει σύμφωνα με τις ανάγκες του», ότι όλα θα γίνονται «με τη σύμφωνη γνώμη του», ότι θα έχει ελεύθερο χρόνο για τον ίδιο και την οικογένειά του. Ταυτόχρονα, αγωνιά και να πείσει ότι «δεν τρέχει και τίποτα», ότι οι διατάξεις του νομοσχεδίου λίγο ως πολύ «ισχύουν ήδη», ότι «το οκτάωρο διατηρείται ως έχει».
Μια ματιά στα όσα φέρνει ο νέος αυτός γύρος επίθεσης αρκεί για να γίνει αντιληπτό πως τα παραπάνω καμία σχέση με την πραγματικότητα δεν έχουν. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση κινείται στην κατεύθυνση υπαγωγής της ζωής των εργαζομένων εξ ολοκλήρου στις ανάγκες του κεφαλαίου. Και επιβάλλει πολύ συγκεκριμένα μέτρα για να κάνει πράξη αυτή την κατεύθυνση.
Με αυτά και με τα υπόλοιπα που δεν αναφέρθηκαν (κατάτμηση της άδειας χωρίς περιορισμούς, συμβάσεις «μηδενικών ωρών» κ.ά.), το σύστημα επιδιώκει για τους εργαζόμενους να δουλεύουν όλη μέρα, μην έχοντας χρόνο και μυαλό για τίποτα άλλο πέρα από τη δουλειά. Να γυρίζουν σπίτι με διαλυμένο το κορμί και τον νου, ίσα για να κοιμηθούν και να ξαναπάνε την άλλη μέρα στη δουλειά. Ξεκούραση αν και όποτε βολεύεται ο εργοδότης και, αν δεν έχει δουλειά, stand by χωρίς αμοιβή.
Αυτά προσπαθεί η κυβέρνηση να αποτελέσουν νόμο του κράτους για να διαλύσουν ακόμα περισσότερο τη ζωή και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Πού ακριβώς κρύβεται μέσα σ’ όλα αυτά η ελευθερία του εργαζόμενου και η οργάνωση της δουλειάς και της ζωής σύμφωνα με τις ανάγκες του; Το σύστημα πασχίζει να πείσει τους εργαζόμενους να ξεχάσουν το 8ωρο, τις εργατικές και κοινωνικές κατακτήσεις συνολικά, και να δουλεύουν όποτε, όσο και όπως χρειάζεται ο εργοδότης.
Άλλωστε, η λογική «όλα για το κεφάλαιο» με την οποία πάνε να ποτίσουν τη συνείδηση του λαού και των εργαζομένων δεν σχετίζεται μόνο με το νέο αυτό νομοσχέδιο. Βρίσκεται και στην κατεύθυνση να ματώσουμε «περήφανα» για τους μεγαλύτερους φονιάδες του πλανήτη «στη σωστή πλευρά της ιστορίας». Όπως ο εργαζόμενος θα πρέπει να θεωρεί φυσιολογικό να θυσιάζει εκτός από την ενέργειά του και τις ικανότητές του, και τον ελεύθερό του χρόνο και την υγεία του μπροστά στις ανάγκες του κεφαλαίου, το ίδιο φυσιολογικά θα πρέπει να θυσιάσει ακόμα και την ίδια του τη ζωή για το συμφέρον της αστικής τάξης και των ξένων αφεντικών της. Και η αλήθεια είναι ότι όσο αυτό το αφήγημα δεν βρίσκει απάντηση μέσα από μαζικούς αγώνες, τόσο απλώνεται και προσπαθεί να ριζώσει σε κομμάτια λαού και νεολαίας.
Η απάντηση θα πρέπει να δοθεί στους δρόμους, χωρίς καμία αναμονή. Μαζικά, οργανωμένα και αποφασιστικά, για να μπει φραγμός στα σχέδια όλων εκείνων που θέλουν να υποθηκεύσουν τη ζωή και τα δικαιώματά μας.