Η κυβέρνηση έχει εξαπολύσει μια άνευ προηγουμένου επίθεση στον κόσμο του δημοσίου: είτε στο εισόδημα, όπου οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι με αυξήσεις-ψίχουλα και η εφαρμογή του νόμου για τον κατώτατο μισθό, στο όνομα των αντοχών της οικονομίας και της προτεραιότητας των εξοπλισμών, βάζει οριστική ταφόπλακα σε όποια μισθολογική διεκδίκηση· είτε στην καθημερινότητα στους χώρους δουλειάς, όπου κυριαρχούν η εντατικοποίηση, οι ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομές, οι ιδιωτικοποιήσεις, τα δεκάδες εργοδοτικά εγκλήματα, οι εκατοντάδες συμβασιούχοι των δήμων που πετιούνται στον δρόμο με πρόσχημα την εφαρμογή του νόμου Βορίδη, και οι εξαγγελίες εφαρμογής της ψηφιακής κάρτας εργασίας.
Κυρίως, όμως, στο ιδεολογικό επίπεδο, με την τρομοκρατία και τις συνεχείς απειλητικές δηλώσεις περί εφαρμογής της αξιολόγησης και κατάργησης της μονιμότητας. Μια ρητορική που δεν μένει στα λόγια αλλά προχωρά στη δεύτερη φορά αργία της εκπαιδευτικού Χρύσας Χοτζόγλου, στα πάνω από 2.500 πειθαρχικά στην εκπαίδευση, στα δεκάδες πειθαρχικά φρονηματικού χαρακτήρα στο υπόλοιπο δημόσιο, με διάφορες αφορμές· είτε την άρνηση της αξιολόγησης, είτε την έκφραση γνώμης, είτε απλά τη συμμετοχή σε κινητοποιήσεις και απεργίες. Διώξεις που έχουν όμως όλες τον ίδιο παρονομαστή και στόχο: χτυπούν τη συνδικαλιστική και πολιτική δράση, στοχοποιούν όσους υπερασπίζονται δικαιώματα και κατακτήσεις και κυνηγούν όσους ορθώνουν ανάστημα στην πολιτική του συστήματος, κάνοντάς το να απειλείται.
Μέσα, λοιπόν, σ’ αυτό το κλίμα, το άκρως επιθετικό και απειλητικό για τους εργαζόμενους στο δημόσιο, πού είναι η ανώτατη συνδικαλιστική οργάνωση των δημοσίων υπαλλήλων; Πού βρίσκεται η ΑΔΕΔΥ και οι «αγώνες» της;
Ασχολήθηκε για μήνες με τη «μάχη των μαχών» της δικαστικής διεκδίκησης της επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού, έσπειρε ελπίδες και αυταπάτες στους εργαζόμενους για τη δυνατότητα νίκης στις δικαστικές αίθουσες, τους έσπρωξε κατά χιλιάδες στα δικηγορικά γραφεία, για να φανεί τελικά από τις δηλώσεις των στελεχών της, έξω από το ΣτΕ στις 6 Ιουνίου, ότι προς το παρόν… δεν νίκησε και σίγουρα όχι τόσο εύκολα.
Θα ασχοληθεί λοιπόν τώρα με τα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων; Θα βοηθήσει να συγκροτηθούν αγώνες ενάντια στην αξιολόγηση, στην κατάργηση της μονιμότητας, για να μην περάσει το νέο πειθαρχικό δίκαιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση; Αν κρίνουμε από τις θέσεις που διατύπωσε το μέλος της ΕΕ της ΑΔΕΔΥ Δημήτρης Μπράτης σε άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών, στις 24 Ιουνίου, μάλλον όχι.
Τοποθετήσεις που «παραδέχονται» ότι «η αξιολόγηση, η αποτίμηση του έργου, η λογοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων γίνεται σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη και η χώρα μας δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση», που ανοιχτά λένε ότι «όποιος αρνείται παντελώς την αξιολόγηση ως διαδικασία δίνει λαβές και επιχειρήματα στην κυβέρνηση για να την υλοποιήσει και πιο εύκολα και πιο αυταρχικά», που το μόνο αρνητικό που βλέπουν είναι ότι η αξιολόγηση γίνεται από προϊσταμένους και διευθυντές που «δεν έχουν κριθεί οι ίδιοι, αλλά είναι με ανάθεση», που δεν βλέπουν εν τέλει τον πραγματικό χαρακτήρα της επίθεσης και δεν διακρίνουν τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης, δεν μας κάνουν καθόλου αισιόδοξους για τη στάση του ανώτατου συνδικαλιστικού οργάνου. Τοποθετήσεις που ακόμα και τώρα επιμένουν να ζητάνε «να μην είναι η αξιολόγηση τιμωρητική, να μην μετρά για τη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη των εργαζομένων και να μην οδηγεί σε απολύσεις» δείχνουν ότι τα στελέχη της ΑΔΕΔΥ δεν έχουν πάρει χαμπάρι ή δεν θέλουν να πάρουν χαμπάρι του τι επιχειρείται και ποιοι είναι οι στόχοι της κυβέρνησης. Και όχι μόνο αυτό, αλλά προφανώς δεν βλέπουν ούτε τι έχει παράξει μέχρι τώρα όλο αυτό: τα χιλιάδες πειθαρχικά, τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, τις διώξεις και την τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς. Κι όλα αυτά από ένα συνδικαλιστικό στέλεχος, μέλος της ΔΗ.ΣΥ. (πρώην ΠΑΣΚ) που επί χρόνια ήταν προεδρεύων της ΑΔΕΔΥ και πρόεδρος της ΔΟΕ.
Τι να περιμένουν λοιπόν οι εργαζόμενοι από αυτό το όργανο που, στην καλύτερη περίπτωση, δεν έχει αντιληφθεί πού πάει το πράγμα και τι επιχειρείται; Που αναζητά συμμάχους στα κόμματα της αντιπολίτευσης, ακόμα και στην αντιδραστική ακροδεξιά «Νίκη»;
Τι να περιμένουν οι εργαζόμενοι από ένα όργανο που ακόμα και για το μείζον θέμα του νέου πειθαρχικού στο δημόσιο, το μόνο αρνητικό που βλέπει είναι η κατάργηση των αιρετών από τα πειθαρχικά συμβούλια και η αντικατάστασή τους αποκλειστικά από νομικούς συμβούλους του κράτους; Καμία κουβέντα για τις ποινές της οριστικής παύσης για όσους δεν συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης πίσω από το παράπτωμα της «άρνησης αναγνώρισης του Συντάγματος», τις διώξεις φρονηματικού χαρακτήρα πίσω από το παράπτωμα της «έλλειψης αφοσίωσης στην πατρίδα και τη Δημοκρατία», την ποινικοποίηση ακόμα και της έκφρασης γνώμης πίσω από τα παραπτώματα της «παραβίασης της εχεμύθειας» και της «άσκησης κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης αρχής», την τρομοκρατία πίσω από το παράπτωμα της «αναξιοπρεπούς ή ανάρμοστης ή ανάξιας για υπάλληλο συμπεριφοράς εντός ή εκτός υπηρεσίας». Παραπτώματα που υπήρχαν ήδη στο πειθαρχικό δίκαιο αλλά, υπό το νέο πρίσμα τρομοκρατίας που εξαπολύει η κυβέρνηση, αποκτούν άλλο χαρακτήρα και νόημα. Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε ότι το παράπτωμα της «αναξιοπρεπούς ή ανάρμοστης ή ανάξιας για υπάλληλο συμπεριφοράς εντός ή εκτός υπηρεσίας» έκανε την Χρύσα «επικίνδυνη» θέτοντάς την σε δυνητική αργία, μόνο και μόνο επειδή εφάρμοσε τις αποφάσεις του συνδικαλιστικού της οργάνου.
Από μια συνδικαλιστική ηγεσία, λοιπόν, που δεν βλέπει άρση μονιμότητας, δεν βλέπει απολύσεις, δεν βλέπει την επίθεση της κυβέρνησης, που θέλει να αλλάξει άρδην το τοπίο στο δημόσιο, δεν μπορούν οι εργαζόμενοι να περιμένουν τίποτα. Όλα αυτά πρέπει να γίνουν δική τους υπόθεση και να θέσουν αυτοί τους όρους για κινητοποιήσεις που θα απαντήσουν δυναμικά στην επίθεση.