«Έντονα προβληματισμένοι» 4 βουλευτές της κυβέρνησης της ΝΔ από τη Βόρεια Ελλάδα ρώτησαν την υπουργό Παιδείας γιατί οι μαθητές του λυκείου προβιβάζονται στις επόμενες τάξεις «με μεγάλη ευκολία», ενώ «έχουν χαμηλή βαθμολογία σε βασικά μαθήματα». Μάλιστα, σημειώνουν ότι έτσι «καλλιεργείται μια κουλτούρα χαμηλών (!) προσδοκιών» και τονίζουν ότι πρέπει να γίνουν άμεσα ενέργειες, για να διορθωθεί η στρέβλωση αυτή, απαιτώντας την αυστηροποίηση του πλαισίου!
Δεν τους φτάνει η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, όπου με τα ίδια «επιχειρήματα» (ότι οι υποψήφιοι δεν μπορούν να γράφουν «χαμηλά» -άραγε με ποια θέματα;- σε βασικά μαθήματα) έχει οδηγήσει στον αποκλεισμό «επί της αρχής» χιλιάδων εισακτέων από σχολές, χτυπώντας έτσι το δικαίωμα στις σπουδές. Είναι πολύ χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι συνεχώς μειώνονται όχι μόνο οι εισακτέοι στα ΑΕΙ, αλλά και κατά κάποιες χιλιάδες και ακόμα και οι υποψήφιοι! Έχει δηλαδή ελαχιστοποιηθεί και ο κόσμος που βλέπει την προοπτική του στις σπουδές.
Δεν τους φτάνει η Τράπεζα Θεμάτων στις τάξεις του λυκείου, που ακόμα και αν δεν έχει λειτουργήσει έτσι ακριβώς όπως τη θέλουν -να έχει δηλαδή ίσως τα αντίστοιχα τραγικά αποτελέσματα που είχε στην πρώτη εφαρμογή της το 2013-, έχει κατορθώσει να παίξει μεγάλο ρόλο αποθάρρυνσης προς ένα μαθητικό δυναμικό, που θα αντιληφθεί από νωρίς ότι «δεν θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα» και αναζητά αλλού την «τύχη» του.
Δεν τους φτάνει η υπέρογκη ύλη που έχει διαμορφωθεί -ειδικά για τα... «βασικά μαθήματα»-, που σε συνδυασμό και με την Τράπεζα Θεμάτων στα Λύκεια, έχει κάνει τη διδασκαλία στα σχολεία ένα ασταμάτητο σπριντ «για να βγει η ύλη», «για να προλάβουμε να κάνουμε τα θέματα από την Τράπεζα» κτλ. Και όποιος καταλαβαίνει, κατάλαβε.
Αλλά κυρίως, δεν τους φτάνει η γενικευμένη φτώχεια, τα αδιέξοδα που ορθώνονται μπροστά στους νέους ανθρώπους, που οδηγούν μαζί με όλες τις ταξικές πολιτικές που εφαρμόζονται στα σχολεία, στην εγκατάλειψη της εκπαίδευσης, που φτάνει μέχρι και στη μαζική μαθητική διαρροή από τις πολύ μικρές τάξεις. Σύμφωνα μάλιστα με την έρευνα-έκθεση «Εducation and Training Monitor 2022» στην Ελλάδα πάνω από 1 στα 20 παιδιά (5%) κάτω των δεκαπέντε ετών (δηλαδή για να καταλάβουμε την τάξη μεγέθους, πάνω από 1 παιδί σε κάθε τάξη Γυμνασίου που έχουν 27ρια (!) τμήματα), δεν είναι εγγεγραμμένο στο σχολείο.
Δεν τους φτάνει ούτε το νέο αυστηροποιημένο πλαίσιο αποβολών και καταστολής των μαθητών μέσα στα σχολεία, περιορισμών των απουσιών, που έχει οδηγήσει -και- φέτος σε περιπτώσεις σχολείων (Γυμνασίων) που συζητάνε αν θα αφήσουν μαθητές στην ίδια τάξη ακόμα και για 1 ή 2 απουσίες!
Από ό,τι φαίνεται, λοιπόν, δεν τους φτάνουν όλοι αυτοί οι κόφτες που έχουν ψηφιστεί και εφαρμοστεί όλα αυτά χρόνια, αλλά επιζητούν και άλλα. Με αυτή την αντίληψη, που έχει και αναπαράγει το σύστημα και λέει ότι «όσο λιγότεροι έχουν ένα δικαίωμα -βέβαια τότε χάνεται η έννοια του δικαιώματος και γίνεται ατομικό προνόμιο- τόσο πιο ισχυρό είναι...».
Βέβαια, δεν είναι μεμονωμένες «φωνές». Οι 4 βουλευτές δρουν σαν λαγοί σχεδίων και επιδιώξεων που έχει συνολικά το σύστημα και η κυβέρνηση για την εκπαίδευση, για το σχολείο.
Ήδη η υπουργός ακολουθεί τις δεσμεύσεις και τις εξαγγελίες του -προκατόχου της- Πιερρακάκη για την προώθηση του σχεδίου για το Εθνικό Απολυτήριο. Μάλιστα, δήλωσε ότι θα συγκροτηθεί «επιτροπή σοφών» (!) ακριβώς για να δουν πώς και με ποιον τρόπο θα καταφέρουν να το εφαρμόσουν ταχύτερα στη χώρα.
Σε αυτό το πεδίο, η κυβερνητική «επιχειρηματολογία» για την ανάγκη του «Εθνικού Απολυτηρίου» αποτελεί μια κλασική περίπτωση αυτού που λέγεται «αντιστροφή της πραγματικότητας»: Όπως τουλάχιστον οι ίδιοι ισχυρίζονται, θέλουν να απαντήσει στο «....πολυετές άγχος για τους νέους, που οδηγεί τελικά σε ένα μοναδικό τρίωρο εξέτασης (σ.σ. Πανελλαδικές Εξετάσεις) για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια». Και πώς το κάνουν; Εφαρμόζοντας τρίωρα πανελλαδικών εξετάσεων και στις 3 τάξεις του Λυκείου!
Όχι, δεν πρόκειται απλά για μια παιδαγωγική διαστροφή. Πρόκειται για συγκροτημένη ταξική πολιτική στον χώρο της εκπαίδευσης, που επιβάλλεται να προσαρμοστεί στα δεδομένα της εποχής.
Τόσο σε ό,τι αφορά τους μαθητές, που θα πρέπει από πολύ νωρίς να αντιληφθούν ότι «κάποιοι» δεν είναι για την εκπαίδευση και τις σπουδές. Για αυτούς στρώνεται ο δρόμος της μαθητείας (δηλαδή της εργασιακής εκμετάλλευσης από τα 15), των σχεδίων για ίδρυση Τεχνικών Γυμνασίων αναμορφωτηρίων, για μαθητές με αποκλίνουσες συμπεριφορές και «δυσκολίες στη μάθηση», όπου θα επιβάλλεται «κοινωνική εργασία» αντί της κλασικής ποινής (π.χ. αποβολή).
Αφορά, όμως, και τους εκπαιδευτικούς, που καλούνται να παίξουν τον ρόλο του πειθαρχημένου και πειθήνιου κρατικού υπάλληλου. Που οφείλει και αυτός να αποθαρρύνει και να εφαρμόζει όλες αυτές τις πολιτικές. Να λειτουργεί και αυτός σαν κόφτης σε ένα δυσπρόσιτο σχολείο για τα παιδιά των φτωχών και λαϊκών οικογενειών. Δεν μπορεί να προσπαθεί να αντισταθμίζει τη λαιμητόμο των θεμάτων της Τράπεζας Θεμάτων, με «πιο εύκολα» και προσιτά θέματα. Να στηρίζει τους μαθητές κόντρα στο νέο πλαίσιο πειθάρχησης και καταστολής. Αλλά πάνω από όλα, δεν μπορεί να αγωνίζεται μαζί τους για δωρεάν δημόσια εκπαίδευση για όλα τα παιδιά, για ζωή με δικαιώματα μέσα και έξω από το σχολείο.
ΥΓ: Όπως και να έχει, είναι επιπλέον πρόκληση στην κοινωνία που η άρχουσα τάξη θέλει να επιβάλλει χαμηλές προσδοκίες και απαιτήσεις, να μιλάνε τα κυβερνητικά στελέχη για καλλιέργεια τέτοιας κουλτούρας.