Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι βρισκόμαστε σε περίοδο πολεμικής προετοιμασίας των βασικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Είναι και αυτή η εξέλιξη, μαζί με τον εμπορικό-οικονομικό πόλεμο, τους δασμούς και άλλες, που προετοιμάζουν τους όρους ενός νέου παγκοσμίου πολέμου. Σ’ αυτήν τη φάση, λοιπόν, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ενώ προετοιμάζονται και χτίζουν τις συμμαχίες και τα στρατόπεδά τους, ενώ προσπαθούν να αποδυναμώσουν τους αντιπάλους τους και να διευρύνουν τις σφαίρες επιρροής τους, έχουν ως βασικό στόχο την καθυπόταξη της εργατικής τάξης. Την προσπάθεια δηλαδή να πληρώσουν οι εργάτες τα πολεμικά τους σχέδια σε οικονομικό, στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο. Το είπε πολύ εύστοχα ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Ρούτε: ξηλώστε τις κοινωνικές δαπάνες και προετοιμαστείτε για πόλεμο. Με βάση αυτό το δόγμα προχωράνε όλες οι δυνάμεις. Με βάση αυτή την αντίληψη το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ReArm-Readiness έχει στόχο να διαθέσει 800 δισ. ευρώ στις εξοπλιστικές δαπάνες, βάζοντας χέρι στα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων στην Ευρώπη. Σ’ αυτήν τη γραμμή υπακούει και η ντόπια αστική τάξη και μέσω της κυβέρνησης εξαγγέλλει νέο πακέτο εξοπλιστικών για τα επόμενα 12 χρόνια. Την ίδια ώρα που οι κοινωνικές παροχές εξανεμίζονται, που οι μισθοί έχουν φτάσει στα τάρταρα, που η ακρίβεια κι η λιτότητα θερίζουν και το κεφάλαιο έχει σαν μόνιμο επιχείρημα ότι «δεν βγαίνει», δισεκατομμύρια ευρώ σε διεθνές και εγχώριο επίπεδο θα πάνε στην πολεμική βιομηχανία. Σ’ αυτή τη φάση για τους εργαζόμενους «δεν υπάρχει φράγκο», αλλά για τους πολέμους τους βρίσκουν λεφτά και αν δεν τα βρίσκουν τα παίρνουν πάλι απ’ τους εργαζόμενους.
Η οικονομική πλευρά είναι όμως η μία πλευρά της κούρσας των εξοπλισμών και της προετοιμασίας του πολέμου. Γιατί το κεφάλαιο και ο ιμπεριαλισμός χρειάζονται κυρίως έμψυχο υλικό για να σφαχτεί στους πολέμους τους. Μάζες δηλαδή εργαζομένων και νεολαίας οι οποίες θα θυσιαστούν για το κεφάλαιο και δεν θα προβάλουν καμία αντίσταση. Γι’ αυτό και δίπλα απ’ τις οικονομικές κινήσεις ξεδιπλώνεται και μια άνευ προηγουμένου προπαγάνδα για τη «σωστή πλευρά της ιστορίας», «την τρομοκρατία της Χαμάς», την «τούρκικη επιθετικότητα» και τα «κοινά εθνικά συμφέροντα». Όλο αυτό το προπαγανδιστικό ιδεολογικό οπλοστάσιο έχει βάλει μπρος το σύστημα, για να καλλιεργήσει το μίσος, τον εθνικισμό, τα εθνικά τάχα ιδεώδη και να αποκρύψει τη σκληρή ταξική εκμεταλλευτική φύση του. Να αποκρύψει δηλαδή ότι αυτοί οι άδικοι πόλεμοι που συντελούνται αλλά κι αυτοί που προετοιμάζονται, κερδισμένους έχουν μια χούφτα κεφαλαιοκράτες και μόνοι χαμένοι θα είναι οι λαοί, οι εργαζόμενοι και η νεολαία.
Είναι λοιπόν βασικός όρος για τη συγκρότηση του εργατικού κινήματος σήμερα να μπει φραγμός στα εξοπλιστικά προγράμματα. Όλες οι οικονομικές διεκδικήσεις βρίσκονται ή θα βρεθούν μπροστά σ’ αυτό το ζήτημα. Οι αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις πρέπει να έχουν και αυτή την πλευρά της πάλης, γιατί το κεφάλαιο τη θέτει συνέχεια και απαιτεί πίσω απ’ αυτό το επιχείρημα (να εξοπλιστούμε μπροστά στον επικείμενο πόλεμο) να στρατευτούν οι πάντες.
Η στράτευση αυτή δεν είναι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, όπως είπαμε. Είναι απαίτηση του συστήματος να ενταθεί παράλληλα η πολιτική της φασιστικοποίησης και της καταστολής της οποίας αντίδρασης. Μπροστά στον πόλεμο δεν χωράνε παραφωνίες, διεκδικήσεις, απεργίες, αυξήσεις και δικαιώματα. Χωράει μόνο ο σωβινισμός και το μίσος που καλλιεργούν για τους γείτονες λαούς, με στόχο κάνουν την εργατική τάξη να κινείται κάτω από ξένες σημαίες. Η εργατική τάξη έχει λοιπόν ανάγκη πιο πολύ απ’ όλους να σταματήσει τον πόλεμο, αλλά και για να σταματήσει ο πόλεμος, υπάρχει ανάγκη πιο πολύ απ’ όλους να βγει στον δρόμο η εργατική τάξη.
Με βάση αυτή την κατεύθυνση, η συζήτηση στα σωματεία και στους χώρους που βρίσκεται η εργατική τάξη πρέπει να γίνει πολιτική και να εμβαθύνει σ’ αυτά τα ζητήματα. Και για να γίνει αυτό πρέπει να κοντραριστούν οι εργατοπατέρες και οι δυνάμεις τους, που απεμπόλησαν την πολιτική απ’ τα σωματεία. Παράλληλα, το εργατικό κίνημα πρέπει να βάλει μπροστά αιτήματα πάλης τα οποία δεν θα μπαίνουν στη διαδικασία να γίνονται λογιστές του κράτους (λεφτά για την παιδεία και την υγεία και όχι για τους πολέμους, ανακατανομή των κρατικών κονδυλίων, κ.λπ.) αλλά θα απαιτεί να σταματήσουν οι εξοπλισμοί και θα διεκδικεί αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, 5ήμερο-8ωρο, συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες. Μαζί με όλα αυτά θα παλεύει ενάντια στους άδικους πολέμους και θα δείχνει την αλληλεγγύη του στον παλαιστινιακό λαό που δοκιμάζεται, γιατί αποτελούν αιτήματα αλληλένδετα για την εργατική υπόθεση.