15 ΦΛΕΒΑΡΗ 2015

Γιατί να πάμε κόντρα στο ρεύμα;

Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις 25 Γενάρη και ο σχηματισμός κυβέρνησης με κορμό αυτό το κόμμα αποτελεί για τον κόσμο της αριστεράς, αλλά και τις οργανώσεις και τα κόμματα που αναφέρονται σε αυτή, μία νέα, πρωτόγνωρη κατάσταση. Για πρώτη φορά στην μεταπολεμική Ελλάδα ένα κόμμα με αριστερές καταβολές και αναφορές κερδίζει τις εκλογές και σχηματίζει κυβέρνηση, «έστω» και με τους ΑΝΕΛ.
Από μία φάση, που κρατάει χρόνια, ολομέτωπης επίθεσης των δυνάμεων του συστήματος, πιέσεων και εκβιαστικών διλημμάτων στον εργαζόμενο λαό για ακόμα μεγαλύτερες θυσίες, περάσαμε (;) σε μία νέα φάση η οποία δεν έχει «διευκρινιστεί» αλλά έχει σαν βασικό της στοιχείο, τουλάχιστον σε επίπεδο εξαγγελιών, την ανάσχεση της επίθεσης της προηγούμενης περιόδου, την ανακούφιση των πιο σκληρά πληττόμενων στρωμάτων και την «σκληρή» διαπραγμάτευση με τους δανειστές-ιμπεριαλιστές. Για στελέχη αλλά και οργανώσεις-κόμματα της αριστεράς, η νέα κυβέρνηση αποτελεί το πρώτο βήμα μίας πορείας που πρέπει να στηριχτεί για να πάει όλο και πιο αριστερά και να εκπληρώσει ακόμα πιο ριζοσπαστικά αιτήματα από τα μέχρι σήμερα. Για άλλες δυνάμεις η νέα κατάσταση δεν αποτελεί παρά «μία από τα ίδια», συνέχεια της προηγούμενης διακυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, με διαφορετικό μίγμα πολιτικής. Ενώ υπάρχουν και δυνάμεις που αναγνωρίζουν τη νέα φάση και προσπαθούν να διαμορφώσουν τα καθήκοντά τους κόντρα στις ευκολίες και το ρεύμα της εποχής.
Η αναζήτηση του ρόλου και της στάσης των δυνάμεων της αριστεράς, της εργατικής-κομμουνιστικής κατεύθυνσης δεν μπορεί παρά να γίνει μελετώντας τις συγκεκριμένες συνθήκες καθώς και τις διεργασίες που συντελούνται μέσα στους εργαζόμενους.

Το επίπεδο της οργανωμένης πάλης του λαού
Πολλοί μέσα στην αριστερά στέκονται στο εκλογικό αποτέλεσμα και προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα νέα δεδομένα μέσα από την εκλογική συμπεριφορά μεγάλων τμημάτων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας. Θεωρούμε μία τέτοια στάση λαθεμένη και σε μεγάλο βαθμό υποκριτική καθώς ηθελημένα αγνοεί την κατάσταση του εργατικού-λαϊκού κινήματος και παραμένει στα εκλογικά αποτελέσματα σαν τον καθοριστικό δείκτη του επίπεδου συνείδησης των εργαζόμενων μαζών.
Από την δική μας πλευρά έχουμε μία διαφορετική τοποθέτηση που ξεκινάει από το αναγκαίο επίπεδο συγκρότησης των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων τόσο πολιτικά όσο και οργανωτικά στην πάλη απέναντι στους δυνάστες τους σαν το βασικό στοιχείο εκτίμησης του επιπέδου της ταξικής-πολιτικής συνείδησης.
Με βάση αυτά δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε την αντίφαση που προκύπτει από την εκλογική νίκη ενός κόμματος που αναφέρεται στην αριστερά με την κινηματική υποχώρηση και άπνοια για την οποία και το ίδιο είχε συμβάλλει αποφασιστικά. Ταυτόχρονα όμως δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε το μίσος και την οργή που έτρεφαν μεγάλα τμήματα του λαού για τις πολιτικές δυνάμεις του συστήματος που είχαν καταστρέψει την ζωή του. Αν δεν αναγνωρίσουμε τις πραγματικές διαθέσεις του κόσμου, κινδυνεύουμε να γίνουμε είτε ουρά  αυθόρμητων κινήσεων χωρίς πολιτική στόχευση είτε αφ’ υψηλού κριτές που μονίμως θα τον καλούμε «να διορθώσει την ψήφο» του.
Κατά την άποψή μας, οι πραγματικές διαθέσεις του κόσμου της δουλειάς και της νεολαίας εκδηλώνονται αυθεντικά και όχι παραμορφωμένα μόνο στο πεδίο της οργανωμένης μαζικής πάλης τους. Καθώς εκεί συνειδητοποιούν την δύναμή τους, αναγνωρίζουν τους αντιπάλους τους, συγκεντρώνουν δυνάμεις για την νικηφόρα πορεία του αγώνα τους, συνδέονται με τις επαναστατικές απελευθερωτικές κατευθύνσεις.
Απέναντι σε μία τέτοια αυθεντική έκφραση των εργατικών-λαϊκών μαζών έρχονται αντίπαλοι, πρώτα από όλα το ίδιο το σύστημα και όλοι οι μηχανισμοί του, οι οποίοι επιτίθενται με όλους τους τρόπους για να αποτρέψουν αυτή την εξέλιξη, να την αποπροσανατολίσουν, να της βάλουν αναχώματα, να την τσακίσουν με την καταστολή, να την υποτάξουν. Τα «είδαμε όλα» το προηγούμενο διάστημα της βάρβαρης επίθεσης από την μεριά των αστικών κυβερνήσεων απέναντι στον εργαζόμενο λαό. Από την προπαγάνδα και την χειραγώγηση των καθεστωτικών ΜΜΕ μέχρι τα γκλοπ και τα δακρυγόνα, τις συλλήψεις, τους τραυματισμούς, τις επιστρατεύσεις, την εκτεταμένη τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς.
Από την άλλη, αντίπαλοι μίας αυθεντικής έκφρασης αποτελούν και διάφοροι «φίλοι» του λαού, που προσπαθούν να εντάξουν την ορμή και την αποφασιστικότητά του στους δικούς τους σχεδιασμούς, οι οποίοι τις περισσότερες φορές είναι σε αντίθετη κατεύθυνση, της διαπραγμάτευσης και της συνθηκολόγησης με τον αντίπαλο, στην αυταπάτη μίας διαφορετικής διαχείρισης. Ακόμα χειρότερα, γενόμενοι εκφραστές πλευρών του ντόπιου κατεστημένου, προσπαθούν να σύρουν τον λαό σε συστημικές επιλογές.
Ανάμεσα σε αυτές τις συμπληγάδες των εχθρών και των «φίλων» του, το λαϊκό κίνημα ενώ ξεκίνησε να αντιμετωπίσει την βάρβαρη επίθεση με ορμή και μαζικότητα, αναγκάστηκε, ή πιο σωστά το ανάγκασαν, σε παρατεταμένη υποχώρηση και αναμονή, καθώς δεν μπόρεσε να ανεβάσει το επίπεδο της πολιτικής του συγκρότησης προσπερνώντας τις δυνάμεις της διαπραγμάτευσης και της συνθηκολόγησης.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες διαμορφώθηκε και η μαζική εκλογική στήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ για την  καταδίκη των πολιτικών της φτώχειας και της εξαθλίωσης. Το «βάθος» αυτής της στήριξης έχει την σφραγίδα όλων των χαρακτηριστικών της πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης που διαμορφώθηκε την προηγούμενη περίοδο. Καθοριστικά σημεία η ανάθεση αλλά και η αμφιβολία, η στήριξη αλλά και η αναμονή για την υλοποίηση των εξαγγελιών. Εδώ υπάρχουν δύο στάσεις, κατά βάση, που μπορούν να διαμορφωθούν. Η μία που υποκλίνεται στο σημερινό επίπεδο συγκρότησης των λαϊκών δυνάμεων και της αρκούν τα εκλογικά αποτελέσματα και τα συλλαλητήρια στήριξης στην κυβέρνηση και η άλλη που δεν βολεύεται σε αυτή την κατάσταση αλλά επιδιώκει συστηματικά και οργανωμένα να αναδείξει τις εργατικές-λαϊκές δυνάμεις ως καθοριστικό παράγοντα των εξελίξεων και κυρίως της πάλης-διεκδίκησης. Εδώ το κρίσιμο ζήτημα που θα καθορίσει προς ποια πλευρά θα κριθούν τα ζητήματα αποτελεί η στοχοθεσία του κινήματος και το περιεχόμενο των στόχων πάλης.

Το πλαίσιο καθορίζει τους στόχους πάλης
Διαβάζοντας εκτιμήσεις και αναλύσεις είτε κάποιων στελεχών είτε οργανώσεων-κομμάτων για την «επόμενη μέρα» που ξεκίνησε με τη νέα κυβέρνηση, εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κάποιος ότι το εκλογικό αποτέλεσμα διαμορφώνει, από μόνο του, ένα νέο πλαίσιο πορείας του λαού και της χώρας, σε σχέση με αυτό που υπήρχε μέχρι τα τώρα και στην βάση αυτή αναζητούνται στόχοι, τακτικές και κατευθύνσεις που προσαρμόζονται σε αυτό.
Θεωρούμε μία τέτοια εκτίμηση λαθεμένη, καθώς οι εξελίξεις και το πλαίσιο τόσο το διεθνές όσο και το εσωτερικό συνεχίζουν να καθορίζονται από τις κυρίαρχες δυνάμεις του συστήματος, το κεφάλαιο και τους ιμπεριαλιστές. Και αυτές οι δυνάμεις δεν έχουν αλλάξει ούτε την φύση τους, ούτε τις γενικότερες και τις ειδικότερες στοχεύσεις τους. Πολύ περισσότερο όταν δεν αισθάνονται να κινδυνεύουν πραγματικά από ένα εκλογικό «ατύχημα» που τους προέκυψε και πρέπει να το διαχειριστούν, έστω και εάν είναι υποχρεωμένοι να κάνουν κάποιες δευτερεύουσες προσωρινές μικροπαραχωρήσεις για να μην τεθεί σε αμφισβήτηση το βασικό πλαίσιο της εξάρτησης, της επίθεσης, της βάρβαρης καπιταλιστικής «κανονικότητας». Πολλές φορές οι δυνάμεις του συστήματος κάνουν καλύτερη αξιολόγηση της συγκεκριμένης κατάστασης που έχουν να αντιμετωπίσουν, όχι μόνο λόγω του ότι εξακολουθούν να υπερέχουν στους συσχετισμούς δύναμης έναντι των λαϊκών δυνάμεων αλλά κυρίως λόγω των ξεκάθαρων, αντιδραστικών, προσανατολισμών τους.
Οι κυβερνήσεις μέσα στον καπιταλισμό αλλά και σε κάθε κοινωνικό-οικονομικό σύστημα υπηρετούν πλαίσια πολιτικής που παράγονται σαν προϊόντα της ταξικής πάλης και των συσχετισμών δύναμης ανάμεσα στις ανταγωνιστικές δυνάμεις της κοινωνίας. Με αυτή την έννοια οι κυβερνήσεις Παπανδρέου- Παπαδήμου- Σαμαρά- Βενιζέλου υπηρέτησαν με συνέπεια τους στόχους της επίθεσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης που τα κέντρα εξουσίας του συστήματος επέβαλαν. Σήμερα είμαστε μπροστά στο «παράδοξο» η νέα κυβέρνηση να αρνείται να υπηρετήσει αυτό το πλαίσιο, τουλάχιστον στις πιο οξυμένες πλευρές του, ενώ ταυτόχρονα δίνει όρκους πίστης στις δυνάμεις που καθόρισαν αυτό το πλαίσιο (Ευρωπαίους και Αμερικάνους ιμπεριαλιστές). Είναι φανερό ότι μία τέτοια οπορτουνιστική κατεύθυνση δεν μπορεί να πάει και πολύ μακριά μέσα σε συνθήκες επίθεσης και έντονου ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και θα αναγκαστεί να προσαρμοστεί στα δεδομένα. Αυτή η εκτίμηση έρχεται να στηρίξει τον αυτοδύναμο χαρακτήρα του εργατικού-λαϊκού κινήματος και την μη μετατροπή του σε ουρά των κυβερνητικών μεθοδεύσεων από την μία, ενώ από την άλλη έρχεται να κλείσει τον δρόμο και την επιρροή στον εργαζόμενο λαό των αντιδραστικών δυνάμεων από την «επαλήθευση» του μονόδρομου της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας. Έρχεται να υπογραμμίσει την αναγκαιότητα οι εργαζόμενοι και η νεολαία να χαράξουν τον δικό τους δρόμο αντιπαράθεσης και σύγκρουσης με τις δυνάμεις του συστήματος και σε αντίθεση με τους επίδοξους διαχειριστές του. Η διεκδίκηση για ψωμί, δουλειά, ελευθερίες, ανεξαρτησία δεν βολεύονται στο επίσημο κυβερνητικό κοστούμι, έστω και χωρίς γραβάτα… Παραμένει ζωτική ανάγκη στους χώρους δουλειάς, σπουδών και ζωής οι αριστερές-ταξικές δυνάμεις να θέσουν το ζήτημα της ανασυγκρότησης του κινήματος, να συζητήσουν για τους στόχους του, να ανοίξει νέος κύκλος διεκδικήσεων και πάλης. Ιδιαίτερα σε μία περίοδο όπου οι «ιδιοκτήτες του κόσμου» ιμπεριαλιστές εκβιάζουν και απειλούν, η συγκρότηση του αντιιμπεριαλιστικού μετώπου πάλης είναι παραπάνω από αναγκαία. Καθώς, όσο καθυστερεί, δημιουργεί συνθήκες αποπροσανατολισμού του λαού σε «σίγουρες πλάτες» νέων ή παλιών ιμπεριαλιστών- προστατών. Οι δυνάμεις του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού όχι μόνο δεν έχασαν την χώρα από την κυριαρχία τους αλλά διαμορφώνουν συνθήκες για να εντάξουν στις πολιτικές δυνάμεις που τους υπηρετούν ακόμα μία, σε βάρος των λαϊκών προσδοκιών.

Με ποιους να πάμε
Μέσα σε αγωνιστές αλλά και σε οργανωμένες δυνάμεις διαμορφώνεται μία επιχειρηματολογία ότι η ουσία των αιτημάτων που είχε διαμορφώσει όλη την προηγούμενη περίοδο το κίνημα, από την διεκδίκηση συλλογικών συμβάσεων στον ιδιωτικό τομέα και τις επαναπροσλήψεις των απολυμένων στο δημόσιο μέχρι το σταμάτημα των διαγραφών των φοιτητών, σήμερα θα καλυφτεί από την κυβέρνηση και θα μείνουμε χωρίς στόχους ή στην καλύτερη περίπτωση πρέπει να γίνουμε ο μοχλός πίεσης για την υλοποίηση των εξαγγελιών. Καταρχήν χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτά τα αιτήματα του κινήματος δεν «παρήχθησαν» στα γραφεία της Κουμουνδούρου αλλά ήταν αποτέλεσμα της πάλης που έδωσε ο εργαζόμενος λαός την προηγούμενη περίοδο. Για να το πούμε αλλιώς. Αν δεν είχε ματώσει ο λαός στην πάλη για τις διεκδικήσεις του, δεν θα αποτελούσαν σήμερα «δεσμεύσεις» της κυβέρνησης για να υλοποιηθούν… σε βάθος χρόνου. Από την άλλη, τα αιτήματα και οι στόχοι πάλης γεννιούνται μέσα στην πραγματική ζωή και μάλιστα μέσα σε συνθήκες κρίσης και επίθεσης των δυνάμεων του συστήματος. Ιδιαίτερα για την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και τη νεολαία η διεκδίκηση δεν μπορεί να περιμένει την αντιμετώπιση της «ανθρωπιστικής κρίσης» και των προγραμμάτων «ανάκτησης της εργασίας» ούτε να ικανοποιηθεί με την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ αλλά να βγει στο προσκήνιο.

Οι ζώνες της ανεργίας και της εξαθλίωσης δεν πρέπει να σταθούν με το χέρι απλωμένο αλλά να το σφίξουν σε γροθιά αγώνα και διεκδίκησης.

Αναζήτηση
10η Συνδιάσκεψη
Social Media

Βουλευτικές Εκλογές 2023
Αντίσταση - Οργάνωση

 
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr